Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

νυμφίος
νυμφίος2
νυμφογενής
νυμφόκλαυτος
νυμφοκομέω
νυμφοκόμος
νυμφόληπτος
νυμφοστολέω
νυμφοστόλος
νυμφότιμος
νυμφών
νῦν δή
νυνδί
νυνί
νυνμενί
νῦν
νύξ
νυός
ν
Νῦσα
νύσσα
View word page
νυμφών
νυμφών νυμφών, ῶνος, ὁ, νύμφη the bridechamber, NTest.

ShortDef

the bridechamber; temple of Dionysus, Demeter, and Persephone

Debugging

Headword:
νυμφών
Headword (normalized):
νυμφών
Headword (normalized/stripped):
νυμφων
IDX:
22414
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22436
Key:
numfw/n

Data

{'content': 'νυμφών\n νυμφών, ῶνος, ὁ,\n νύμφη\n the bridechamber, NTest.', 'key': 'numfw/n'}