Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
νῆστις
νησύδριον
νήτιτος
νητός
νῆττα
νηττάριον
νηυσιπέρητος
νήϋτμος
νηφαλιεύς
νηφάλιος
νήφων
νήφω
νήχω
νῆψις
νίγλαρος
νίζω
νικάτωρ
νικάω
νικήεις
νίκημα
νίκη
View word page
νήφων
νήφων νήφων, ονος, ὁ, ἡ, sober, Theogn., Soph.
ShortDef
sober
Debugging
Headword:
νήφων
Headword (normalized):
νήφων
Headword (normalized/stripped):
νηφων
IDX:
22235
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22257
Key:
nh/fwn
Data
{'content': 'νήφων\n νήφων, ονος, ὁ, ἡ,\n sober, Theogn., Soph.', 'key': 'nh/fwn'}