Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
νησίτης
νησιώτης
νησιωτικός
νησοειδής
νησομαχία
νῆσος
νηστεία
νηστεύω
νῆστις
νησύδριον
νήτιτος
νητός
νῆττα
νηττάριον
νηυσιπέρητος
νήϋτμος
νηφαλιεύς
νηφάλιος
νήφων
νήφω
νήχω
View word page
νήτιτος
νήτιτος νή-τῑτος, ον, νη-, τίνω unavenged, Anth.
ShortDef
unavenged
Debugging
Headword:
νήτιτος
Headword (normalized):
νήτιτος
Headword (normalized/stripped):
νητιτος
IDX:
22227
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22249
Key:
nh/titos
Data
{'content': 'νήτιτος\n νή-τῑτος, ον,\n νη-, τίνω\n unavenged, Anth.', 'key': 'nh/titos'}