Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

νησιάζω
νησίδιον
νησίζω
νησίον
νῆσις
νησίς
νησίτης
νησιώτης
νησιωτικός
νησοειδής
νησομαχία
νῆσος
νηστεία
νηστεύω
νῆστις
νησύδριον
νήτιτος
νητός
νῆττα
νηττάριον
νηυσιπέρητος
View word page
νησομαχία
νησομαχία νησο-μᾰχία, ἡ, μάχη an island-fight, Luc.

ShortDef

an island-fight

Debugging

Headword:
νησομαχία
Headword (normalized):
νησομαχία
Headword (normalized/stripped):
νησομαχια
IDX:
22221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22243
Key:
nhsomaxi/a

Data

{'content': 'νησομαχία\n νησο-μᾰχία, ἡ,\n μάχη\n an island-fight, Luc.', 'key': 'nhsomaxi/a'}