Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

νηπιάχω
νήπιος
νηπιότης
νηπιόφρων
νήπλεκτος
νηποινεί
νήποινος
νηπυτιεύομαι
νηπύτιος
Νηρεύς
Νηρηΐς
νήριθμος
νήριτος
νησαῖος
νησιάζω
νησίδιον
νησίζω
νησίον
νῆσις
νησίς
νησίτης
View word page
Νηρηΐς
Νηρηΐς from Νηρεύς Νηρηίς, or Νηρεΐς, ίδος, ἡ, a daughter of Nereus, a Nereid or Nymph of the sea, mostly in pl., Νηρηίδες, Hom.; Νηρεΐδες Hes.; Attic Νηρῇδες Soph., Eur.

ShortDef

daughter of Nereus, sea-nymph

Debugging

Headword:
Νηρηΐς
Headword (normalized):
νηρηΐς
Headword (normalized/stripped):
νηρηις
IDX:
22207
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22229
Key:
*nhrhi/s

Data

{'content': 'Νηρηΐς\n from Νηρεύς\n Νηρηίς, or Νηρεΐς, ίδος, ἡ,\n a daughter of Nereus, a Nereid or Nymph of the sea, mostly in pl., Νηρηίδες, Hom.; Νηρεΐδες Hes.; Attic Νηρῇδες Soph., Eur.', 'key': '*nhrhi/s'}