Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
νηοπόλος
νηοπορέω
νηοφόρος
νήοχος
νή
νη-
νηπενθής
νηπιάα
νηπιαχεύω
νηπίαχος
νηπιάχω
νήπιος
νηπιότης
νηπιόφρων
νήπλεκτος
νηποινεί
νήποινος
νηπυτιεύομαι
νηπύτιος
Νηρεύς
Νηρηΐς
View word page
νηπιάχω
νηπιάχω νηπιάχω, = νηπιᾰχεύω, Mosch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
νηπιάχω
Headword (normalized):
νηπιάχω
Headword (normalized/stripped):
νηπιαχω
IDX:
22197
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22219
Key:
nhpia/xw
Data
{'content': 'νηπιάχω\n νηπιάχω,\n = νηπιᾰχεύω, Mosch.', 'key': 'nhpia/xw'}