Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

νήθω
Νηϊάς
νήϊος
νῆϊς
νηΐτης
νηκερδής
νήκερως
νήκεστος
νηκουστέω
νηκτός
νηλεής
νηλεόποινος
Νηλεύς
νηλής
νηλιποκαιβλεπέλαιοι
νηλίπους
νηλεῖτις
νῆμα
νημέρτεια
νημερτής
νηνεμία
View word page
νηλεής
νηλεής νηλεής, ές v. νηλής.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
νηλεής
Headword (normalized):
νηλεής
Headword (normalized/stripped):
νηλεης
IDX:
22172
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22194
Key:
nhleh/s

Data

{'content': 'νηλεής\n νηλεής, ές\n v. νηλής.', 'key': 'nhleh/s'}