Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀνάθρεμμα
ἀναθρέω
ἀναθρῴσκω
ἀναθυμιάω
ἀναίδεια
ἀναιδεύομαι
ἀναιδής
ἀναιθύσσω
ἀναίθω
ἀναίμακτος
ἀναίματος
ἄναιμος
ἀναίμων
ἀναιμωτί
ἀναίνομαι
ἀναίρεσις
ἀναιρέω
ἀναίρω
ἀναισθησία
ἀναισθητέω
ἀναίσθητος
View word page
ἀναίματος
ἀναίματος = ἄναιμος. drained of blood, Aesch.

ShortDef

drained of blood

Debugging

Headword:
ἀναίματος
Headword (normalized):
ἀναίματος
Headword (normalized/stripped):
αναιματος
IDX:
2217
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2218
Key:
a)nai/matos

Data

{'content': 'ἀναίματος\n = ἄναιμος.\n drained of blood, Aesch.', 'key': 'a)nai/matos'}