ναυφθορία
ναυφθορία
ναυφθορία, ἡ,
shipwreck, loss of ships, Anth.
from ναύφθορος
{
"content": "ναυφθορία\n ναυφθορία, ἡ,\n shipwreck, loss of ships, Anth.\n from ναύφθορος",
"key": "naufqori/a"
}