Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μυττωτεύω
μυττωτός
μυχθίζω
μυχθισμός
μύχιος
μυχμός
μυχόθεν
μυχοίτατος
μυχόνδε
μυχός
μυχώδης
μυών
μυωπάζω
μύω
μυωπίζω
μυωπός
μύωψ
μῶλος
μῶλυ
μωμάομαι
μωμεύω
View word page
μυχώδης
μυχώδης μῠχ-ώδης, ες εἶδος full of recesses, cavernous, Eur.

ShortDef

full of recesses, cavernous

Debugging

Headword:
μυχώδης
Headword (normalized):
μυχώδης
Headword (normalized/stripped):
μυχωδης
IDX:
21784
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21805
Key:
muxw/dhs

Data

{'content': 'μυχώδης\n μῠχ-ώδης, ες\n εἶδος\n full of recesses, cavernous, Eur.', 'key': 'muxw/dhs'}