Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Μυρμιδόνες
μυρόεις
μύρον
μυρόπνοος
μυροπώλης
μυροπώλιον
μυροφεγγής
μυρόχριστος
μυρόχροος
μύρρα
μυρσίνη
μυρσινοειδής
μυρσινών
μύρτον
μύρτος
μύρω
μυσαρός
μυσάττομαι
μυσαχθής
Μύσιος
μύσος
View word page
μυρσίνη
μυρσίνη μυρσίνη (ῐ), later Attic μυρρίνη, ἡ, = μύρτος, Pind., Eur. a branch or wreath of myrtle, Hdt., Ar.

ShortDef

a branch or wreath of myrtle

Debugging

Headword:
μυρσίνη
Headword (normalized):
μυρσίνη
Headword (normalized/stripped):
μυρσινη
IDX:
21745
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21766
Key:
mursi/nh

Data

{'content': 'μυρσίνη\n μυρσίνη (ῐ), later Attic μυρρίνη, ἡ,\n = μύρτος, Pind., Eur.\n a branch or wreath of myrtle, Hdt., Ar.', 'key': 'mursi/nh'}