Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μύκημα
Μυκηναῖος
Μυκήνηθεν
Μυκήνη
μύκης
μυκητής
μυκήτινος
Μύκονος
μυκτηρίζω
μυκτηρόθεν
μυκτηρόκομπος
μυκτήρ
μυλαῖος
μύλαξ
μυλεργάτης
μύλη
μυλήφατος
μυλιάω
μυλίας
μυλικός
μυλοειδής
View word page
μυκτηρόκομπος
μυκτηρόκομπος μυκτηρό-κομπος, ον sounding from the nostril, Aesch.

ShortDef

sounding from the nostril

Debugging

Headword:
μυκτηρόκομπος
Headword (normalized):
μυκτηρόκομπος
Headword (normalized/stripped):
μυκτηροκομπος
IDX:
21676
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21697
Key:
mukthro/kompos

Data

{'content': 'μυκτηρόκομπος\n μυκτηρό-κομπος, ον\n sounding from the nostril, Aesch.', 'key': 'mukthro/kompos'}