Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μυθίζω
μυθικός
μυθογραφέω
μυθογραφία
μυθογράφος
μυθολογεύω
μυθολογέω
μυθολόγημα
μυθολογητέος
μυθολογία
μυθολογικός
μυθολόγος
μυθόομαι
μυθοποιός
μῦθος
μυθώδης
μυῖα
μυιοσόβη
μυιοσόβος
μυκάομαι
μυκηθμός
View word page
μυθολογικός
μυθολογικός μῡθολογικός, ή, όν from μῡθολόγος versed in legendary lore, Plat.
ShortDef
versed in legendary lore
Debugging
Headword:
μυθολογικός
Headword (normalized):
μυθολογικός
Headword (normalized/stripped):
μυθολογικος
IDX:
21655
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21676
Key:
muqologiko/s
Data
{'content': 'μυθολογικός\n μῡθολογικός, ή, όν\n from μῡθολόγος\n versed in legendary lore, Plat.', 'key': 'muqologiko/s'}