μονοφάγος
μονοφάγος
μονο-φάγος, ον
φᾰγεῖν
= μονόσιτος
irreg. Sup. μονοφαγίστατος, Ar.
{ "content": "μονοφάγος\n μονο-φάγος, ον\n φᾰγεῖν\n = μονόσιτος\n irreg. Sup. μονοφαγίστατος, Ar.", "key": "monofa/gos" }