Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μονομαχέω
μονομαχία
μονομαχικός
μονομάχος
μονομερής
μονομήτωρ
μονονυχί
μονόξυλος
μονόπαις
μονόπελμος
μονόπεπλος
μονόπους
μονοπραγματέω
μονοπωλία
μονόπωλος
μονορύχης
μονοσιτέω
μόνος
μονοστιβής
μονόστιχος
μονόστολος
View word page
μονόπεπλος
μονόπεπλος μονό-πεπλος, ον wearing the tunic only, Eur.

ShortDef

wearing the tunic only

Debugging

Headword:
μονόπεπλος
Headword (normalized):
μονόπεπλος
Headword (normalized/stripped):
μονοπεπλος
IDX:
21516
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21537
Key:
mono/peplos

Data

{'content': 'μονόπεπλος\n μονό-πεπλος, ον\n wearing the tunic only, Eur.', 'key': 'mono/peplos'}