Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μοιχαλίς
μοιχάω
μοιχεία
μοιχεύτρια
μοιχεύω
μοιχίδιος
μοιχικός
μοιχός
μολιβαχθής
μόλιβος
μόλις
μολοβρός
Μολοσσός
μολπάζω
μολπαστής
μολπηδόν
μολπή
μολπῆτις
μολύβδαινα
μολύβδινος
μολυβδίς
View word page
μόλις
μόλις later form for μόγις, Trag., Thuc., etc. with a negat., οὐ μόλις not scarcely, i. e. quite, utterly, Aesch., Eur.

ShortDef

barely, scarcely

Debugging

Headword:
μόλις
Headword (normalized):
μόλις
Headword (normalized/stripped):
μολις
IDX:
21446
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21467
Key:
mo/lis

Data

{'content': 'μόλις\n later form for μόγις, Trag., Thuc., etc.\n with a negat., οὐ μόλις not scarcely, i. e. quite, utterly, Aesch., Eur.', 'key': 'mo/lis'}