Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μνησίκακος
μνησιπήμων
μνηστεία
μνήστειρα
μνήστευμα
μνηστεύω
μνηστήρ
μνῆστις
μνηστός
μνηστύς
μνήστωρ
μνιαρός
μνίον
μογερός
μογέω
μογιλάλος
μόγις
μόγος
μογοστόκος
μόδιος
μόθος
View word page
μνήστωρ
μνήστωρ μνήστωρ, ορος, ὁ, μνάομαι mindful of, τινός Aesch.

ShortDef

mindful of

Debugging

Headword:
μνήστωρ
Headword (normalized):
μνήστωρ
Headword (normalized/stripped):
μνηστωρ
IDX:
21416
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21437
Key:
mnh/stwr

Data

{'content': 'μνήστωρ\n μνήστωρ, ορος, ὁ,\n μνάομαι\n mindful of, τινός Aesch.', 'key': 'mnh/stwr'}