Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μνημεῖον
μνήμενος
μνήμη
μνημόνευμα
μνημονευτέος
μνημονευτικός
μνημονευτός
μνημονεύω
μνημονικός
μνημοσύνη
μνημόσυνον
μνήμων
μνησιδωρέω
μνησικακέω
μνησίκακος
μνησιπήμων
μνηστεία
μνήστειρα
μνήστευμα
μνηστεύω
μνηστήρ
View word page
μνημόσυνον
μνημόσυνον μνημόσυνον, ου, τό, = μνημεῖον a remembrance, memorial, record of a person or thing, Hdt. a memorandum, reminder, μνημόσυνα γράψομαι Ar.
ShortDef
a remembrance, memorial, record
Debugging
Headword:
μνημόσυνον
Headword (normalized):
μνημόσυνον
Headword (normalized/stripped):
μνημοσυνον
IDX:
21402
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21423
Key:
mnhmo/sunon
Data
{'content': 'μνημόσυνον\n μνημόσυνον, ου, τό,\n = μνημεῖον\n a remembrance, memorial, record of a person or thing, Hdt.\n a memorandum, reminder, μνημόσυνα γράψομαι Ar.', 'key': 'mnhmo/sunon'}