Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μισθοφόρος
μισθόω
μίσθωμα
μίσθωσις
μισθωτής
μισθωτικός
μισθωτός
μισογόης
μισογύνης
μισοδημία
μισόδημος
μισόθεος
μισόθηρος
μισοκαῖσαρ
μισολάκων
μισολάμαχος
μισολογία
μισόλογος
μισόνοθος
μισόπαις
μισοπέρσης
View word page
μισόδημος
μισόδημος μῑσό-δημος, ον hating the commons, Ar., Xen.
ShortDef
hating the commons
Debugging
Headword:
μισόδημος
Headword (normalized):
μισόδημος
Headword (normalized/stripped):
μισοδημος
IDX:
21348
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21369
Key:
miso/dhmos
Data
{'content': 'μισόδημος\n μῑσό-δημος, ον\n hating the commons, Ar., Xen.', 'key': 'miso/dhmos'}