Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μινυώριος
Μινώϊος
Μίνως
μίξις
μιξοβάρβαρος
μιξόθηρ
μιξόθροος
μιξόλευκος
μιξολύδιος
μιξολυδιστί
μιξοπάρθενος
μιξοφρύγιος
μισαγαθία
μισάγαθος
μισαθήναιος
μισαλάζων
μισαλέξανδρος
μισάμπελος
μισανθρωπία
μισάνθρωπος
μισγάγκεια
View word page
μιξοπάρθενος
μιξοπάρθενος μιξο-πάρθενος, ον half-woman, Hdt., Eur.
ShortDef
half-woman
Debugging
Headword:
μιξοπάρθενος
Headword (normalized):
μιξοπάρθενος
Headword (normalized/stripped):
μιξοπαρθενος
IDX:
21303
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21324
Key:
micopa/rqenos
Data
{'content': 'μιξοπάρθενος\n μιξο-πάρθενος, ον\n half-woman, Hdt., Eur.', 'key': 'micopa/rqenos'}