Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μιν
Μινύαι
Μινύειος
μινύθω
μινυνθάδιος
μίνυνθα
μινυρίζω
μινύρισμα
μινύρομαι
μινυρός
μινυώριος
Μινώϊος
Μίνως
μίξις
μιξοβάρβαρος
μιξόθηρ
μιξόθροος
μιξόλευκος
μιξολύδιος
μιξολυδιστί
μιξοπάρθενος
View word page
μινυώριος
μινυώριος μῐνῠ-ώριος, and μῐνύ-ωρος, ον ὥρα shortlived, Anth.

ShortDef

shortlived

Debugging

Headword:
μινυώριος
Headword (normalized):
μινυώριος
Headword (normalized/stripped):
μινυωριος
IDX:
21293
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21314
Key:
minuw/rios

Data

{'content': 'μινυώριος\n μῐνῠ-ώριος, and μῐνύ-ωρος, ον\n ὥρα\n shortlived, Anth.', 'key': 'minuw/rios'}