Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μικροπρεπής
μικρός
μικρότης
μικροφιλοτιμία
μικροφιλότιμος
μικρόχωρος
μικροψυχία
μικρόψυχος
μικτός
μῖλαξ
Μιλήσιος
Μίλητος
μιλιάριον
μιλιασμός
μίλιον
μιλτεῖον
μίλτειος
μιλτηλιφής
μιλτοπάρηος
μίλτος
μιλτοφυρής
View word page
Μιλήσιος
Μιλήσιος Μῑλήσιος, α, ον Milesian, Μιλήσιοι, οἱ, the Milesians, Hdt.; Μιλησίη (sc. χώρα) , Hdt.
ShortDef
Milesian
Debugging
Headword:
Μιλήσιος
Headword (normalized):
μιλήσιος
Headword (normalized/stripped):
μιλησιος
IDX:
21253
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21274
Key:
*milh/sios
Data
{'content': 'Μιλήσιος\n Μῑλήσιος, α, ον\n Milesian, Μιλήσιοι, οἱ, the Milesians, Hdt.; Μιλησίη (sc. χώρα) , Hdt.', 'key': '*milh/sios'}