Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μικροπόνηρος
μικροπρέπεια
μικροπρεπής
μικρός
μικρότης
μικροφιλοτιμία
μικροφιλότιμος
μικρόχωρος
μικροψυχία
μικρόψυχος
μικτός
μῖλαξ
Μιλήσιος
Μίλητος
μιλιάριον
μιλιασμός
μίλιον
μιλτεῖον
μίλτειος
μιλτηλιφής
μιλτοπάρηος
View word page
μικτός
μικτός μικτός, ή, όν μίγνυμι mixed, blended, compound, Plat., etc.

ShortDef

mixed, blended, compound

Debugging

Headword:
μικτός
Headword (normalized):
μικτός
Headword (normalized/stripped):
μικτος
IDX:
21251
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21272
Key:
mikto/s

Data

{'content': 'μικτός\n μικτός, ή, όν\n μίγνυμι\n mixed, blended, compound, Plat., etc.', 'key': 'mikto/s'}