μικροφιλοτιμία
μικροφιλοτιμία
μῑκροφῐλοτῑμία, ἡ,
petty ambition, Theophr.
from μῑκροφῐλότῑμος
{
"content": "μικροφιλοτιμία\n μῑκροφῐλοτῑμία, ἡ,\n petty ambition, Theophr.\n from μῑκροφῐλότῑμος",
"key": "mikrofilotimi/a"
}