Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μίγα
μιγάς
μίγδα
μίγδην
μῖγμα
μείγνυμι
Μίδας
Μίθρας
μικκός
μικκύλος
μικραδικητής
μικραίτιος
μικραῦλαξ
μικρέμπορος
μικροκίνδυνος
μικρολογέομαι
μικρολογία
μικρολόγος
μικροπολίτης
μικροπόνηρος
μικροπρέπεια
View word page
μικραδικητής
μικραδικητής μῑκρ-ᾰδῐκητής, οῦ, ὁ, doing petty wrongs, Arist.

ShortDef

doing petty wrongs

Debugging

Headword:
μικραδικητής
Headword (normalized):
μικραδικητής
Headword (normalized/stripped):
μικραδικητης
IDX:
21232
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21253
Key:
mikradikhth/s

Data

{'content': 'μικραδικητής\n μῑκρ-ᾰδῐκητής, οῦ, ὁ,\n doing petty wrongs, Arist.', 'key': 'mikradikhth/s'}