Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μὴ πολλάκις
μήποτε
μή που
μήπω
μὴ πώποτε
μήπως
μῆρα
μηριαῖος
μηρία
μήρινθος
μηρός
μηροτραφής
μηροτυπής
μηρύομαι
μήστωρ
μήτε
μήτηρ
μητιάω
μητίετα
μητιόεις
μητίομαι
View word page
μηρός
μηρός .μηρός, οῦ, ὁ, the thigh, Lat. femur, in Hom. in pl. = μηρία, Hom., Soph. in pl. also, generally, the leg-bones, Hdt.
ShortDef
the thigh
Debugging
Headword:
μηρός
Headword (normalized):
μηρός
Headword (normalized/stripped):
μηρος
IDX:
21158
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21179
Key:
mhro/s
Data
{'content': 'μηρός\n .μηρός, οῦ, ὁ,\n the thigh, Lat. femur, in Hom.\n in pl. = μηρία, Hom., Soph.\n in pl. also, generally, the leg-bones, Hdt.', 'key': 'mhro/s'}