Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μηλονόμος
μηλοπάρειος
μηλοσκόπος
μηλόσπορος
μηλοσσόος
μηλοσφαγέω
μηλοτρόφος
μηλοῦχος
μηλοφόνος
μηλοφορέω
μηλοφόρος
μηλοφύλαξ
μῆλοψ
μήν
μείς (Ion. or Aeol.)
μηνάς
μήνη
μηνιαῖος
μηνιθμός
μήνιμα
μηνίσκος
View word page
μηλοφόρος
μηλοφόρος μηλο-φόρος, ον φέρω bearing apples, Eur.
ShortDef
bearing apples
Debugging
Headword:
μηλοφόρος
Headword (normalized):
μηλοφόρος
Headword (normalized/stripped):
μηλοφορος
IDX:
21124
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21145
Key:
mhlofo/ros
Data
{'content': 'μηλοφόρος\n μηλο-φόρος, ον\n φέρω\n bearing apples, Eur.', 'key': 'mhlofo/ros'}