Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μῆλον2
μηλονόμης
μηλονόμος
μηλοπάρειος
μηλοσκόπος
μηλόσπορος
μηλοσσόος
μηλοσφαγέω
μηλοτρόφος
μηλοῦχος
μηλοφόνος
μηλοφορέω
μηλοφόρος
μηλοφύλαξ
μῆλοψ
μήν
μείς (Ion. or Aeol.)
μηνάς
μήνη
μηνιαῖος
μηνιθμός
View word page
μηλοφόνος
μηλοφόνος μηλο-φόνος, ον Φένω sheep-slaying, Aesch.
ShortDef
sheep-slaying
Debugging
Headword:
μηλοφόνος
Headword (normalized):
μηλοφόνος
Headword (normalized/stripped):
μηλοφονος
IDX:
21122
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21143
Key:
mhlofo/nos
Data
{'content': 'μηλοφόνος\n μηλο-φόνος, ον\n Φένω\n sheep-slaying, Aesch.', 'key': 'mhlofo/nos'}