Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μήκων
μηλέα
μήλειος
μήλη
Μηλιάδες
Μηλιεύς
Μήλιος
Μηλίς
μηλίς
μηλοβοτήρ
μηλοβότης
μηλόβοτος
μηλοδόκος
μηλοθύτης
μηλολόνθη
μῆλον
μῆλον2
μηλονόμης
μηλονόμος
μηλοπάρειος
μηλοσκόπος
View word page
μηλοβότης
μηλοβότης μηλο-βότης, ου, ὁ, = μηλοβοτήρ, Pind., Eur.
ShortDef
shepherd
Debugging
Headword:
μηλοβότης
Headword (normalized):
μηλοβότης
Headword (normalized/stripped):
μηλοβοτης
IDX:
21106
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21127
Key:
mhlobo/ths
Data
{'content': 'μηλοβότης\n μηλο-βότης, ου, ὁ,\n = μηλοβοτήρ, Pind., Eur.', 'key': 'mhlobo/ths'}