Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μηκύνω
μήκων
μηλέα
μήλειος
μήλη
Μηλιάδες
Μηλιεύς
Μήλιος
Μηλίς
μηλίς
μηλοβοτήρ
μηλοβότης
μηλόβοτος
μηλοδόκος
μηλοθύτης
μηλολόνθη
μῆλον
μῆλον2
μηλονόμης
μηλονόμος
μηλοπάρειος
View word page
μηλοβοτήρ
μηλοβοτήρ a shepherd, Il.
ShortDef
a shepherd
Debugging
Headword:
μηλοβοτήρ
Headword (normalized):
μηλοβοτήρ
Headword (normalized/stripped):
μηλοβοτηρ
IDX:
21105
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21126
Key:
mhloboth/r
Data
{'content': 'μηλοβοτήρ\n a shepherd, Il.', 'key': 'mhloboth/r'}