Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μετοικικός
μετοίκιον
μετοικισμός
μετοικιστής
μετοικοδομέω
μέτοικος
μετοικοφύλαξ
μετοίχομαι
μετοκλάζω
μετονομάζω
μετόπιν
μετόπισθε
μετοπωρινός
μετόπωρον
μετόρχιον
μετουσία
μετοχή
μετοχλίζω
μέτοχος
μετρέω
μέτρημα
View word page
μετόπιν
μετόπιν = μετόπισθε, Soph.

ShortDef

behind; (time) afterward

Debugging

Headword:
μετόπιν
Headword (normalized):
μετόπιν
Headword (normalized/stripped):
μετοπιν
IDX:
21028
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21049
Key:
meto/pin

Data

{'content': 'μετόπιν\n = μετόπισθε, Soph.', 'key': 'meto/pin'}