Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μέτειμι
μετεῖπον
μετεκβαίνω
μετεκδίδωμι
μετεκδύομαι
μετελευστέος
μετεμβαίνω
μετεμβιβάζω
μετέμφυτος
μετενδύω
μετεννέπω
μετεντίθημι
μετεξαιρέομαι
μετεξανίσταμαι
μετεξέτεροι
μετέπειτα
μετέρχομαι
μετεύχομαι
μετέχω
μετεωρίζω
μετεωροκοπέω
View word page
μετεννέπω
μετεννέπω to speak among, τινί Mosch.

ShortDef

to speak among

Debugging

Headword:
μετεννέπω
Headword (normalized):
μετεννέπω
Headword (normalized/stripped):
μετεννεπω
IDX:
20992
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n21013
Key:
metenne/pw

Data

{'content': 'μετεννέπω\n to speak among, τινί Mosch.', 'key': 'metenne/pw'}