Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μετανάστης
μετανάστιος
μετανάστρια
μετανίσομαι
μετανίστημι
μετανοέω
μετάνοια
μεταντλέω
μεταξύ
μεταπαιδεύω
μεταπαύομαι
μεταπαυσωλή
μεταπείθω
μετά
μεταβαίνω
μεταβάλλω
μεταβάπτω
μεταπεμπτέος
μετάπεμπτος
μεταπέμπω
μεταπέταμαι
View word page
μεταπαύομαι
μεταπαύομαι Mid. to rest between-whiles, Il.
ShortDef
to rest between-whiles
Debugging
Headword:
μεταπαύομαι
Headword (normalized):
μεταπαύομαι
Headword (normalized/stripped):
μεταπαυομαι
IDX:
20908
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20929
Key:
metapau/omai
Data
{'content': 'μεταπαύομαι\n Mid. to rest between-whiles, Il.', 'key': 'metapau/omai'}