Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μεταλλεία
μεταλλευτής
μεταλλευτικός
μεταλλεύω
μεταλλικός
μέταλλον
μεταμαίομαι
μεταμανθάνω
μεταμείβω
μεταμέλει
μεταμέλεια
μεταμελητικός
μετάμελος
μεταμέλπομαι
μεταμίσγω
μεταμίγνυμι
μεταμορφόω
μεταμόρφωσις
μεταμπίσχω
μεταμφιάζω
μεταμώνιος
View word page
μεταμέλεια
μεταμέλεια from μεταμέλει μεταμέλεια, ἡ, change of purpose, regret, repentance, Thuc.; μ. ἔχει με μεταμέλει μοι, Xen.
ShortDef
change of purpose, regret, repentance
Debugging
Headword:
μεταμέλεια
Headword (normalized):
μεταμέλεια
Headword (normalized/stripped):
μεταμελεια
IDX:
20883
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20904
Key:
metame/leia
Data
{'content': 'μεταμέλεια\n from μεταμέλει\n μεταμέλεια, ἡ,\n change of purpose, regret, repentance, Thuc.; μ. ἔχει με μεταμέλει μοι, Xen.', 'key': 'metame/leia'}