Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μετακιάθω
μετακινέω
μετακινητέος
μετακινητός
μετακλαίω
μετακλίνω
μετακοιμίζομαι
μετάκοινος
μετακομίζω
μετακυλίνδω
μετακύμιος
μεταλαγχάνω
μεταλαμβάνω
μεταλήγω
μετάληψις
μεταλλαγή
μεταλλακτός
μετάλλαξις
μεταλλάσσω
μετάλλατος
μεταλλάω
View word page
μετακύμιος
μετακύμιος μετα-κύμιος, ον κῦμα between the waves, ἄτας μ. between two waves of misery, i. e. bringing a short lull or pause from misery, Eur.
ShortDef
between the waves
Debugging
Headword:
μετακύμιος
Headword (normalized):
μετακύμιος
Headword (normalized/stripped):
μετακυμιος
IDX:
20862
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20883
Key:
metaku/mios
Data
{'content': 'μετακύμιος\n μετα-κύμιος, ον\n κῦμα\n between the waves, ἄτας μ. between two waves of misery, i. e. bringing a short lull or pause from misery, Eur.', 'key': 'metaku/mios'}