Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μετακαλέω
μετακιάθω
μετακινέω
μετακινητέος
μετακινητός
μετακλαίω
μετακλίνω
μετακοιμίζομαι
μετάκοινος
μετακομίζω
μετακυλίνδω
μετακύμιος
μεταλαγχάνω
μεταλαμβάνω
μεταλήγω
μετάληψις
μεταλλαγή
μεταλλακτός
μετάλλαξις
μεταλλάσσω
μετάλλατος
View word page
μετακυλίνδω
μετακυλίνδω to roll to another place, to roll over, Ar.

ShortDef

roll to another place, roll over

Debugging

Headword:
μετακυλίνδω
Headword (normalized):
μετακυλίνδω
Headword (normalized/stripped):
μετακυλινδω
IDX:
20861
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20882
Key:
metakulinde/w

Data

{'content': 'μετακυλίνδω\n to roll to another place, to roll over, Ar.', 'key': 'metakulinde/w'}