Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μεταδοτέος
μετάδουπος
μεταδρομάδην
μεταδρομή
μετάδρομος
μέταζε
μεταζεύγνυμι
μετάθεσις
μεταθέω
μεταΐζω
μεταίρω
μεταΐσσω
μεταιτέω
μεταίτης
μεταίτιος
μεταίχμιος
μετακαθέζομαι
μετακαινίζω
μετακαλέω
μετακιάθω
μετακινέω
View word page
μεταίρω
μεταίρω Aeolic πεδ to lift up and remove, to shift, Eur.; ψήφισμα μ. repeal a decree, Dem. intr. to depart, NTest.
ShortDef
to lift up and remove, to shift
Debugging
Headword:
μεταίρω
Headword (normalized):
μεταίρω
Headword (normalized/stripped):
μεταιρω
IDX:
20843
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20864
Key:
metai/rw
Data
{'content': 'μεταίρω\n Aeolic πεδ\n to lift up and remove, to shift, Eur.; ψήφισμα μ. repeal a decree, Dem.\n intr. to depart, NTest.', 'key': 'metai/rw'}