Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μεσόω
μέσσατος
μεσσόθεν
μεσσόθι
μεστός
μεστόω
μέσφα
μετάβασις
μεταβιβάζω
μεταβλητέος
μεταβλητικός
μεταβολή
μεταβουλεύω
μετάβουλος
μετάγγελος
Μεταγειτνιών
μεταγιγνώσκω
μετάγνοια
μετάγνωσις
μεταγράφω
μετάγω
View word page
μεταβλητικός
μεταβλητικός μεταβλητικός, ή, όν by way of exchange, Arist.: ἡ μεταβλητική (sub. τέχνη) exchange, barter, Plat.
ShortDef
by way of exchange
Debugging
Headword:
μεταβλητικός
Headword (normalized):
μεταβλητικός
Headword (normalized/stripped):
μεταβλητικος
IDX:
20811
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20832
Key:
metablhtiko/s
Data
{'content': 'μεταβλητικός\n μεταβλητικός, ή, όν\n by way of exchange, Arist.: ἡ μεταβλητική (sub. τέχνη) exchange, barter, Plat.', 'key': 'metablhtiko/s'}