Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μεσημβρίζω
μεσημβρινός
μεσημέριος
μεσήρης
μεσίδιος
μεσιτεία
μεσιτεύω
μεσίτης
μεσοβασιλεία
μεσοβασιλεύς
μεσόγαιος
μεσόγεως
μεσόγραφος
μεσόδμη
μεσολαβής
μεσόλευκος
μεσόμφαλος
μεσονύκτιος
μεσοπαγής
μεσοπόλιος
μεσοπορέω
View word page
μεσόγαιος
μεσόγαιος μεσό-γαιος, ον γαῖα, γῆ inland, in the heart of a country, Hdt.; τὴν μ. τῆς ὁδοῦ the inland road, Hdt.
ShortDef
inland, in the heart of a country
Debugging
Headword:
μεσόγαιος
Headword (normalized):
μεσόγαιος
Headword (normalized/stripped):
μεσογαιος
IDX:
20780
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20801
Key:
meso/gaios
Data
{'content': 'μεσόγαιος\n μεσό-γαιος, ον\n γαῖα, γῆ\n inland, in the heart of a country, Hdt.; τὴν μ. τῆς ὁδοῦ the inland road, Hdt.', 'key': 'meso/gaios'}