Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μελίτεια
μελίτειον
μελιτόεις
μελιτόω
μελιτοπώλης
μελιτοῦττα
μέλιττα
μελίττιον
μελιττουργός
μελιτώδης
μελίτωμα
μελίφθογγος
μελίφρων
μελίχλωρος
μελιχρός
μελίχροος
μελιχρώδης
μελίχρως
μελλείρην
μέλλημα
μέλλησις
View word page
μελίτωμα
μελίτωμα μελίτωμα, ατος, τό, μελιτόομαι a honey-cake, Batr.

ShortDef

a honey-cake

Debugging

Headword:
μελίτωμα
Headword (normalized):
μελίτωμα
Headword (normalized/stripped):
μελιτωμα
IDX:
20670
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20691
Key:
meli/twma

Data

{'content': 'μελίτωμα\n μελίτωμα, ατος, τό,\n μελιτόομαι\n a honey-cake, Batr.', 'key': 'meli/twma'}