Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μελετητέος
μελετητήριον
μελέτωρ
μεληδών
μέλημα
μελησίμβροτος
μελητέος
Μελητίδης
μελία
μελίβρομος
μελίγδουπος
μελίγηρυς
μελίγλωσσος
μέλιγμα
μελίζω
μελιηδής
μελίθρεπτος
μελίκηρον
μελίκομπος
μελίκρατον
μελικτής
View word page
μελίγδουπος
μελίγδουπος μελί-γδουπος, ον sweet-sounding, Pind.

ShortDef

sweet-sounding

Debugging

Headword:
μελίγδουπος
Headword (normalized):
μελίγδουπος
Headword (normalized/stripped):
μελιγδουπος
IDX:
20628
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20649
Key:
meli/gdoupos

Data

{'content': 'μελίγδουπος\n μελί-γδουπος, ον\n sweet-sounding, Pind.', 'key': 'meli/gdoupos'}