Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μελεδήμων
μελεδωνεύς
μελεδώνη
μελεδωνός
μελεδών
μελεϊστί
μελεοπαθής
μελεοπόνος
μέλεος
μελεόφρων
μέλε
μελεσίπτερος
μελετάω
μελέτημα
μελέτη
μελετηρός
μελετητέος
μελετητήριον
μελέτωρ
μεληδών
μέλημα
View word page
μέλε
μέλε and ὦ μέλε, only in voc., ὦ μέλε, dear!good friend! Ar. deriv. uncertain
ShortDef
excl. dear!good friend!
Debugging
Headword:
μέλε
Headword (normalized):
μέλε
Headword (normalized/stripped):
μελε
IDX:
20612
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20633
Key:
me/le2
Data
{'content': 'μέλε\n and ὦ μέλε, only in voc., ὦ μέλε, dear!good friend! Ar.\n deriv. uncertain', 'key': 'me/le2'}