Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μελανόπτερος
μελανοπτέρυξ
μελάνοσσος
μελάνοστος
μελάνουρος
μελανόχροος
μελανόχρως
μέλαν
μελαντειχής
μελάντερος
μελαντηρία
μελαντραγής
μελάνυδρος
μελάνω
μέλασμα
μέλας
μέλδω
μελεδαίνω
μελέδημα
μελεδήμων
μελεδωνεύς
View word page
μελαντηρία
μελαντηρία μελαντηρία, ἡ, a black dye, Luc.

ShortDef

a black dye

Debugging

Headword:
μελαντηρία
Headword (normalized):
μελαντηρία
Headword (normalized/stripped):
μελαντηρια
IDX:
20593
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20614
Key:
melanthri/a

Data

{'content': 'μελαντηρία\n μελαντηρία, ἡ,\n a black dye, Luc.', 'key': 'melanthri/a'}