Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μελανέω
μελανία
μελανοκάρδιος
μελανόμματος
μελανονεκυοείμων
μελανόπτερος
μελανοπτέρυξ
μελάνοσσος
μελάνοστος
μελάνουρος
μελανόχροος
μελανόχρως
μέλαν
μελαντειχής
μελάντερος
μελαντηρία
μελαντραγής
μελάνυδρος
μελάνω
μέλασμα
μέλας
View word page
μελανόχροος
μελανόχροος μελᾰνό-χρους, ουν = μελάγχροος, Od. heterocl. nom. pl., μελανόχροες, Il.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μελανόχροος
Headword (normalized):
μελανόχροος
Headword (normalized/stripped):
μελανοχροος
IDX:
20588
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20609
Key:
melano/xrous

Data

{'content': 'μελανόχροος\n μελᾰνό-χρους, ουν\n = μελάγχροος, Od.\n heterocl. nom. pl., μελανόχροες, Il.', 'key': 'melano/xrous'}