Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μελάμπτερος
μελαμφαής
μελάμφυλλος
μελάναιγις
μελαναυγής
μελάνδετος
μελανδόκος
μελανείμων
μελανέω
μελανία
μελανοκάρδιος
μελανόμματος
μελανονεκυοείμων
μελανόπτερος
μελανοπτέρυξ
μελάνοσσος
μελάνοστος
μελάνουρος
μελανόχροος
μελανόχρως
μέλαν
View word page
μελανοκάρδιος
μελανοκάρδιος μελᾰνο-κάρδιος, ον καρδία black-hearted, Ar.

ShortDef

black-hearted

Debugging

Headword:
μελανοκάρδιος
Headword (normalized):
μελανοκάρδιος
Headword (normalized/stripped):
μελανοκαρδιος
IDX:
20580
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20601
Key:
melanoka/rdios

Data

{'content': 'μελανοκάρδιος\n μελᾰνο-κάρδιος, ον\n καρδία\n black-hearted, Ar.', 'key': 'melanoka/rdios'}