Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
μελάμπεπλος
μελαμπέταλος
μελάμπτερος
μελαμφαής
μελάμφυλλος
μελάναιγις
μελαναυγής
μελάνδετος
μελανδόκος
μελανείμων
μελανέω
μελανία
μελανοκάρδιος
μελανόμματος
μελανονεκυοείμων
μελανόπτερος
μελανοπτέρυξ
μελάνοσσος
μελάνοστος
μελάνουρος
μελανόχροος
View word page
μελανέω
μελανέω μελανέω, = μελάνω, Anth.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μελανέω
Headword (normalized):
μελανέω
Headword (normalized/stripped):
μελανεω
IDX:
20578
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20599
Key:
melane/w
Data
{'content': 'μελανέω\n μελανέω,\n = μελάνω, Anth.', 'key': 'melane/w'}