Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μελάγχρως
μέλαθρον
μελαίνω
μελαμβαθής
μελάμβωλος
μελαμπαγής
μελάμπεπλος
μελαμπέταλος
μελάμπτερος
μελαμφαής
μελάμφυλλος
μελάναιγις
μελαναυγής
μελάνδετος
μελανδόκος
μελανείμων
μελανέω
μελανία
μελανοκάρδιος
μελανόμματος
μελανονεκυοείμων
View word page
μελάμφυλλος
μελάμφυλλος μελάμ-φυλλος, ον φύλλον dark-leaved, Anacr.: of places, dark with leaves, Pind., Soph.

ShortDef

dark-leaved

Debugging

Headword:
μελάμφυλλος
Headword (normalized):
μελάμφυλλος
Headword (normalized/stripped):
μελαμφυλλος
IDX:
20572
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20593
Key:
mela/mfullos

Data

{'content': 'μελάμφυλλος\n μελάμ-φυλλος, ον\n φύλλον\n dark-leaved, Anacr.: of places, dark with leaves, Pind., Soph.', 'key': 'mela/mfullos'}