Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μεθίδρυσις
μεθιδρύω
μεθίημι
μεθίστημι
μεθοδεία
μεθοδεύω
μεθοδηγέω
μέθοδος
μεθομιλέω
μεθό
μεθόριος
μεθορμάομαι
μεθορμίζω
μεθυδριάς
Μεθύδριον
μεθυδώτης
μέθυ
μεθυπῖδαξ
μεθυπλήξ
μέθυσις
μεθύσκω
View word page
μεθόριος
μεθόριος μεθ-όριος, α, ον ὅρος lying between as a boundary, γῆ μεθορία τῆς Ἀργείας καὶ Λακωνικῆς the border country between Argolis and Laconia, Thuc.: in pl. the borders, marches, frontier, Thuc., Xen., etc.:—also, ἡ μεθορία (sub. χώρα) Plut.

ShortDef

lying between as a boundary

Debugging

Headword:
μεθόριος
Headword (normalized):
μεθόριος
Headword (normalized/stripped):
μεθοριος
IDX:
20501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20522
Key:
meqo/rios

Data

{'content': 'μεθόριος\n μεθ-όριος, α, ον\n ὅρος\n lying between as a boundary, γῆ μεθορία τῆς Ἀργείας καὶ Λακωνικῆς the border country between Argolis and Laconia, Thuc.: in pl. the borders, marches, frontier, Thuc., Xen., etc.:—also, ἡ μεθορία (sub. χώρα) Plut.', 'key': 'meqo/rios'}