Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

μεθήκω
μέθημαι
μεθίδρυσις
μεθιδρύω
μεθίημι
μεθίστημι
μεθοδεία
μεθοδεύω
μεθοδηγέω
μέθοδος
μεθομιλέω
μεθό
μεθόριος
μεθορμάομαι
μεθορμίζω
μεθυδριάς
Μεθύδριον
μεθυδώτης
μέθυ
μεθυπῖδαξ
μεθυπλήξ
View word page
μεθομιλέω
μεθομιλέω fut. ήσω to hold converse with, τινί Il.

ShortDef

to hold converse with

Debugging

Headword:
μεθομιλέω
Headword (normalized):
μεθομιλέω
Headword (normalized/stripped):
μεθομιλεω
IDX:
20499
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n20520
Key:
meqomile/w

Data

{'content': 'μεθομιλέω\n fut. ήσω\n to hold converse with, τινί Il.', 'key': 'meqomile/w'}