Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀμφισβητήσιμος
ἀμφισβήτησις
ἀμφισβήτητος
ἀμφίς
ἀμφιστέλλομαι
ἀμφιστεφανόομαι
ἀμφίστημι
ἀμφίστομος
ἀμφιστρατάομαι
ἀμφιστρεφής
ἀμφιστρόγγυλος
ἀμφιτανύω
ἀμφιτειχής
ἀμφιτέμνω
ἀμφιτίθημι
ἀμφιτινάσσω
ἀμφιτιττυβίζω
ἀμφιτόμος
ἀμφίτορνος
ἀμφιτρέμω
ἀμφιτρέχω
View word page
ἀμφιστρόγγυλος
ἀμφιστρόγγυλος quite round, Luc.
ShortDef
quite round
Debugging
Headword:
ἀμφιστρόγγυλος
Headword (normalized):
ἀμφιστρόγγυλος
Headword (normalized/stripped):
αμφιστρογγυλος
IDX:
2052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2052
Key:
a)mfistro/ggulos
Data
{'content': 'ἀμφιστρόγγυλος\n quite round, Luc.', 'key': 'a)mfistro/ggulos'}